Στα 120 δισεκατομμύρια ευρώ υπολογίζουν οι τράπεζες το ποσό των μεταχρονολογημένων επιταγών που κυκλοφορούν στην αγορά, με το οποίο οι επιχειρήσεις χρηματοδοτούν σχεδόν το 40% των υποχρεώσεών τους. Ωστόσο, ο επιχειρηματικός κόσμος ανεβάζει το ποσό αυτό αρκετά υψηλότερα, κάνοντας λόγο για άνω των 300 δισεκατομμυρίων ευρώ. Το πρόβλημα γίνεται εντονότερο με την εκτίναξη των ακάλυπτων επιταγών στα 1,6 δισεκατομμύρια ευρώ στο πρώτο εξάμηνο του έτους, όταν ολόκληρο το 2008 ήταν 1,3 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ορισμός
«Το θέμα είναι πώς ορίζεις τη μεταχρονολογημένη επιταγή. Αν την κρατάς στο συρτάρι μέχρι την ημερομηνία είσπραξης και την εμφανίσεις στην τράπεζα, δεν είναι θεωρητικά μεταχρονολογημένη. Αν την προεξοφλήσεις, τότε, ίσως, να υπάρχει το στοιχείο αυτό ως στατιστικό για τις μεταχρονολογημένες», ανέφερε στην «Κ» επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στο χώρο του εμπορίου. «Ολες, στην πράξη, μεταχρονολογημένες είναι. Το θέμα είναι πόσες από αυτές θα είναι ακάλυπτες», πρόσθεσε.
Δυστυχώς, δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για το .........
ύψος των μεταχρονολογημένων επιταγών που κυκλοφορούν στην αγορά και σε μια περίοδο κρίσης όπως αυτή απειλούν να τινάξουν την οικονομία στον αέρα. Μία προσέγγιση είναι αυτή που λαμβάνει υπόψη τις επιταγές που εκκαθαρίζονται μεταξύ διαφορετικών τραπεζών μέσω ΔΙΑΣ (Διατραπεζικά Συστήματα). Η προσέγγιση αυτή χρησιμοποιείται διότι μέσω των τραπεζών γίνεται η προεξόφληση των μεταχρονολογημένων. Και συνήθως η προεξόφληση περιλαμβάνει επιταγές εκδόσεως άλλων τραπεζών. Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, το ύψος των μεταχρονολογημένων ξεπερνά τα 120 δισεκατομμύρια ευρώ. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μόνο πέρυσι εκκαθαρίστηκαν μέσω ΔΙΑΣ επιταγές 153 δισεκατομμυρίων ευρώ (μεταχρονολογημένες και μη).
Επιχειρήσεις
Μία άλλη προσέγγιση στηρίζεται στην εκτίμηση πως οι 9 στις 10 επιχειρήσεις «κόβουν» μεταχρονολογημένες επιταγές. Σύμφωνα με αυτή την εκτίμηση, οι μεταχρονολογημένες ξεπερνούν τα 200 δισεκατομμύρια ευρώ, αν ληφθεί υπόψη ότι κάθε χρόνο εκδίδουν πάνω από 30 εκατομμύρια επιταγές συνολικής αξίας περίπου 470 δισεκατομμύρια ευρώ. Από το ποσό των 470 δισεκατομμυρίων ευρώ αποκλείεται να είναι μεταχρονολογημένο περίπου 120–130 δισεκατομμύρια, που αφορά τραπεζικές επιταγές, δίγραμμες κ. λπ. Συνεπώς απομένουν άλλα σχεδόν 360 δισεκατομμύρια ευρώ, στα οποία περιλαμβάνονται οι μεταχρονολογημένες. Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, οι μεταχρονολογημένες, δηλαδή όσες δεν εκδίδονται ως «ημέρας», αποτελούν περίπου το 90%, ενώ εκείνες που εκδίδονται με ημερομηνία είσπραξης άνω του 1 μήνα αποτελούν το 60 με 80%. Δηλαδή, με βάση την προσέγγιση αυτή, οι μεταχρονολογημένες κυμαίνονται μεταξύ 200 - 300 δισεκατομμυρίων ευρώ. Πρόσφατη έρευνα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου της Θεσσαλονίκης έδειξε ότι προεξοφλείται σχεδόν το 60% των μεταχρονολογημένων. Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε 150 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή όση περίπου η αξία των επιταγών που συμψηφίζονται μέσω ΔΙΑΣ.
Ωστόσο, υπάρχουν στελέχη της αγοράς που κατεβάζουν σημαντικά την εκτίμηση για την αξία των μεταχρονολογημένων. Η εκτίμηση αυτή στηρίζεται στο γεγονός ότι η αξία των ακάλυπτων επιταγών έχει αυξηθεί σχεδόν στο 10% των μεταχρονολογημένων. Από την αρχή του έτους έχουν εντοπιστεί περίπου 166.000 ακάλυπτες επιταγές ύψους 1,6 δισ. ευρώ. Η μέση αξία μιας ακάλυπτης επιταγής είναι περίπου 10.000 ευρώ.
Aπαιτήσεις, υποχρεώσεις
Ομως, η εκτίμηση αυτή επιδέχεται κριτική, καθώς μόνο οι απαιτήσεις από πελάτες και οι οφειλές προς προμηθευτές με επιταγές και γραμμάτια το 2008 ξεπερνούσαν τα 90 δισεκατομμύρια ευρώ. Φέτος, το ποσό αυτό έχει αυξηθεί σημαντικά.
Σύμφωνα με στοιχεία της Hellastat, που συγκέντρωσε από ισολογισμούς 28.000 επιχειρήσεων Α. Ε. και ΕΠΕ, η αξία των απαιτήσεων από πελάτες ανέρχεται στα 61 δισεκατομμύρια ευρώ και η αξία υποχρεώσεων σε προμηθευτές στα 27,3 δισεκατομμύρια ευρώ. Σημειώνεται ότι οι απαιτήσεις και οι υποχρεώσεις αυτές αφορούν επιταγές και γραμμάτια εισπρακτέα και σε τιμολογημένες πωλήσεις, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο τραπεζικός δανεισμός.
Η εικόνα της αγοράς γίνεται ακόμα πιο άσχημη αν λάβει κάποιος υπόψη ότι για συνολικές απαιτήσεις και υποχρεώσεις 90 δισεκατομμυρίων ευρώ, τα κέρδη προ φόρων των επιχειρήσεων το 2008 ήταν μόλις 6,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Ο κύκλος εργασιών ήταν 214 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή διπλάσιος από τις υποχρεώσεις και τις απαιτήσεις.
Εκτιμάται πως οι ημέρες απαιτήσεων από 131 ημέρες το 2007 για τις ελληνικές επιχειρήσεις έχουν αυξηθεί σήμερα σε περισσότερες από 150 ημέρες. Δηλαδή ένας πελάτης αγοράζει εμπόρευμα από την επιχείρηση και αυτή πληρώνεται ύστερα από 5 μήνες. Η επιχείρηση για να ξεπεράσει αυτό το κενό στη ρευστότητα πληρώνει με καθυστέρηση άλλων 5 μηνών τους προμηθευτές της κ. ο. κ. Στους ενδιάμεσους κρίκους της αλυσίδας, βασικό ρόλο παίζουν οι μεταχρονολογημένες επιταγές και άλλα αξιόγραφα, όπως γραμμάτια κ. λπ.
Αν διαταραχθεί έστω και ένας κρίκος της αλυσίδας αυτής, τότε κινδυνεύει να ξεσπάσει ένα ντόμινο επισφαλειών που μπορεί να τινάξει το σύνολο της ελληνικής οικονομίας στον αέρα.
Συναλλαγές
Αναλυτές επισημαίνουν ότι παρά τη σταθερότητα στους όρους εμπορικών συναλλαγών των επιχειρήσεων –τουλάχιστον τα τελευταία 3 χρόνια– εντούτοις, προβληματίζει ότι οι μικρότερες επιχειρήσεις στηρίζονται στη χρηματοδότηση των προμηθευτών τους (180–190 ημέρες έναντι 135 στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις). Συνυπολογίζοντας το γεγονός ότι οι μικρότερες επιχειρήσεις έχουν χαμηλότερα περιθώρια κέρδους έναντι των μεγάλων, σε γενικές γραμμές έχουν μικρότερη διαπραγματευτική δύναμη, υψηλότερη πιθανότητα καθυστέρησης των πληρωμών τους (σύμφωνα με την αξιολόγηση των Standard & Poor’s - Hellastat) και είναι πολυπληθέστερες, συγκριτικά με τις μεγαλύτερες, τότε σε περιόδους οικονομικής και πιστωτικής κρίσης θεωρούνται υψηλού κινδύνου, δίνουν δηλαδή «τοξικό» προφίλ στα χαρτοφυλάκια των υπόλοιπων επιχειρήσεων.
Προεξόφληση μέσω τραπεζών
Ενα μεγάλο μέρος των μεταχρονολογημένων επιταγών προεξοφλείται νωρίτερα μέσω τραπεζών.
Ο μηχανισμός αυτός λειτουργεί ως εξής: Μία επιχείρηση συγκεντρώνει τις επιταγές από διάφορους πελάτες εκδόσεως διαφόρων τραπεζών. Τις καταθέτει στην τράπεζα με την οποία συνεργάζεται. Η τράπεζα τις κρατά ως εγγύηση μέχρι την ημερομηνία πληρωμής και δίνει στην επιχείρηση το 80% της αξίας με επιτόκιο 7-8%. Λόγω της κρίσης και του φόβου των επισφαλειών η χρηματοδότηση αυτή γίνεται πιο δύσκολα. Πριν από την κρίση οι τράπεζες δέχονταν επιταγές με πληρωμή έως και 11 μήνες μετά, ενώ τώρα μέχρι 6 με 9 μήνες. Πριν από την κρίση οι τράπεζες πλήρωναν το 90% της αξίας, ενώ τώρα το πολύ 80%. Και σε πολλές περιπτώσεις δεν δέχονται καθόλου επιταγές για χρηματοδότηση. Μόλις πληρωθεί η τράπεζα από τις επιταγές καταβάλει στην επιχείρηση το υπόλοιπο 20% που του παρακράτησε στην αρχή. Αν υπήρξε κάποια ακάλυπτη, αφαιρείται από το υπόλοιπο 20%. Το μέσο ποσοστό προεξόφλησης, μεταξύ όσων καταφεύγουν στη λύση αυτή, υπολογίζεται γύρω στο 60% της συνολικής αξίας των μεταχρονολογημένων επιταγών, δηλαδή σε 100 με 120 δισ. ευρώ.
ΠΗΓΗ